Music Stories

O θρύλος της Soul λέγεται Marvin Gaye


April 8, 2021
Music Stories

Space Oddity

July 30, 2019
Post Image

Το διάστημα μεταξύ των δύο πρώτων άλμπουμ του David Bowie είναι γεμάτο από έναν οργασμό καλλιτεχνικών και όχι μόνο δραστηριοτήτων –απόπαντομίμα και ταινίες, μέχρι διαλογισμό και σχέσεις με χορεύτριες. Αλλά ήταν αρκετό ένα δίωρο στον κινηματογράφο για να τον εκτοξεύσει στο Έβερεστ της δημιουργικότητάς του: η Οδύσσεια του Διαστήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ τον ενέπνευσε στο γράψιμο του πρώτου του αριστουργήματος.

Το “Space Oddity” παρασάγγας απέχει από οτιδήποτε είχε κάνει ως τότε, και σήμερα ακόμα ακούγεται τέλειο, με ζηλευτή αισθητική αυτονομία, και σαν να μας γνέφει από το μέλλον. Παρότι το τραγούδι συνέπεσε χρονικά με την προσσελήνωση του Apollo, η ζοφερή κατάληξη του αστροναύτη που χάνει επαφή με τη Γη σε ένα ανέλπιδο ταξίδι εξασφάλιζε (τουλάχιστον στην Αμερική) την εμπορική του αποτυχία, εν μέσω κλίματος ευφορίας μετά το επιτυχημένο εγχείρημα της ΝΑSA. Όμως η ουσία του “Space Oddity” βρίσκεται αλλού (πέραν της καλλιτεχνικής του αρτιότητας): ο Major Tom είναι ο ίδιος ο Bowie (ένας alien σε όλη τη διάρκεια της ζωής του), που θα επανεμφανιστεί ως «junkie» στο “Ashes Το Ashes” μια δεκαετία αργότερα και –μακάβρια πλέον– στο κύκνειο άσμα του καλλιτέχνη, ως συμβολισμός του φυσικού του θανάτου το 2016.

Δεν είναι δίκαιο να συγκρίνει κανείς το υπόλοιπο άλμπουμ με αυτήν την κορύφωση. Και πάλι όμως, όπως και στον πρώτο δίσκο του 1967, είναι δύσκολο να μη διακρίνεις ότι ο Bowie θέλει ένα κλικ ακόμα για να γίνει ο μέγας Bowie. Στον μουσικό τομέα υπάρχει μια μετατόπιση προς τη μπαλάντα, την ψυχεδέλεια, το prog, και την ακουστική χίπικη folk που προηγήθηκε του 1969, αν και στο 10λεπτο “Cygnet Committee” (ένα από τα καλύτερα υπόλοιπα tracks) ο Bowie επιχειρεί να απομυθοποιήσει τις αξίες της αντικουλτούρας που έκαναν τους επιπόλαιους αναζητητές να πέσουν θύματα εκμετάλλευσης (το παράδειγμα των Beatles με τον γκουρού ήταν πρόσφατο), ουσιαστικά αποστασιοποιούμενος από τις χίπικες αξίες. Μέσα στο progressive rock κλίμα του 1969, το εν λόγω τραγούδι είναι ό,τι πιο συγγενικό έκανε στον συγκεκριμένο τομέα: μία αναζήτηση στιλ μέσω διαρκών εναλλαγών της φόρμας. Το μήνυμα που είχε στείλει ο Bob Dylan μερικά χρόνια πριν με το «μην ακολουθείτε ηγέτες», ο Bowie το επεκτείνει και στους εναλλακτικούς ηγέτες, έχοντας στην αφήγησή του ίχνη από Dylan, παρά τη λονδρέζικη προφορά του.

Το επίσης μεγάλης διάρκειας “Memory Of A Free Festival” είναι άλλη μια εξέχουσα στιγμή του άλμπουμ. Όπως μαρτυρεί ο τίτλος του, καταγράφει υπέροχες αναμνήσεις ενός φεστιβάλ στο οποίο είχε συμμετάσχει λίγες μέρες μετά τον θάνατο του πατέρα του. Τον ακούμε επίσης να αφηγείται επαφές με κατοίκους της Αφροδίτης και με ΑΤΙΑ και να νοσταλγεί τη στιγμή: «Μακάρι να κρατούσα μια σταγόνα από την έκσταση που κατέκλυσε εκείνο το απόγευμα…», με το  track να τελειώνει σαν αντίγραφο του “Hey Jude”. Από τα υπόλοιπα, δύο αναφέρονται στη σχέση του με την Hermione Farthingale(“Letter To Hermione” και “An Occasional Dream”), το “Unwashed” είναι μια σουρεαλιστική καταγραφή της αποξένωσής του από τον κόσμο, το ακουστικό “Janine” η εξομολόγηση ενός κλέφτη ότι κατά βάθος είναι «καλός» και το πομπώδες, οπερατικό “Wild Eyed Boy From Freecloud” η στιγμή της εκτέλεσης ενός παιδιού του βουνού, την οποία αποτρέπει το ίδιο το βουνό που εκδικείται(!).

Κατά τόπους έξοχο, το δεύτερο άλμπουμ του Bowie αφήνει και πάλι κάτι συνθετικά και εκτελεστικά ανεκπλήρωτο, παρά την πλειάδα των session μουσικών. Σημαντικότατη η συμμετοχή του ντράμερ Terry Cox των Pentangle στο “Space Oddity”, στο οποίο, παραδόξως, παραγωγή κάνει όχι ο Tony Visconti (όπως στα υπόλοιπα), αλλά ο Gus Dudgeon, ενώ στο ίδιο track πρέπει να αποδοθούν εύσημα στην ενορχήστρωση του Paul Buckmaster.

Μισό αιώνα ζωής συμπλήρωσε στις 11/7/2019 το πρώτο αριστούργημα του David Bowie, ο οποίος άφησε την παντομίμα και τον διαλογισμό για να αποτυπώσει κάτι από όσα τον ενθουσίασαν βλέποντας την Οδύσσεια του Διαστήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ…

 

Music Stories

Στις 13 Ιουλίου του 1985, η μουσική ένωσε τους ανθρώπους για πάντα

July 13, 2019
Post Image

Το Live Aid ήταν μια ιδέα του Bob Geldof ώστε να μαζευτούν χρήματα τα οποία θα στέλνονταν ως βοήθεια στην Αιθιοπία, για την αντιμετώπιση της ξηρασίας και της πείνας. Η οργάνωση της μεγαλειώδους συναυλίας, ακολούθησε την κυκλοφορία του τραγουδιού «Do they know it’s Christmas?» (υπήρξε και η αμερικανική εκδοχή με τίτλο «We are the world»), το οποίο επίσης εμπνεύστηκε ο Geldof μαζί με τον συνεργάτη του Midge Ure.

Τον Οκτώβριο του 1984, κυκλοφόρησαν φωτογραφίες με αποκρουστικές εικόνες με εκατομμύρια ανθρώπους να πεθαίνουν κυριολεκτικά από τη πείνα στην Αιθιοπία. Ο Geldof ευαισθητοποιήθηκε αμέσως και μαζί με τον Ure έγραψαν το τραγούδι, που έγινε No1 τα επόμενα Χριστούγεννα. Η ιδέα για μια συναυλία που θα έστελνε ακόμα περισσότερη βοήθεια ήρθε από τον Boy George, τον τραγουδιστή των Culture Club.

Στο τέλος της τελευταίας συναυλίας του συγκροτήματος στο Wembley, αρκετοί καλλιτέχνες που συμμετείχαν μαζί με τον Boy George στην ηχογράφηση του «Do they know it’s Christmas?», ανέβηκαν στην σκηνή και έκλεισαν με αυτό το τραγούδι την συναυλία. Αμέσως μετά, ο Boy George είπε στον Geldof ότι θα έπρεπε να διοργανώσουν μια μεγάλη συναυλία. Ο Geldof μάλλον το είχε σκεφτεί. Γιατί αμέσως σκέφτηκε η συναυλία να είναι διπλή και σχεδόν παράλληλη. Όχι μόνο σε ένα σημείο του πλανήτη.

Το concept ονομάστηκε Live Aid και μεγάλωνε συνεχώς, αφού υπήρχαν συνεχώς καινούργιες συμμετοχές και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Το Wembley θα φιλοξενούσε αρχικά τα συγκροτήματα και πριν τελειώσει, η συναυλία θα συνεχιζόταν στο John F. Kennedy Stadium της Φιλαδέλφεια. Στις 13 Ιουλίου τα πάντα ήταν έτοιμα για μια συναυλία που άλλαξε την ιστορία και τον ρόλο της μουσικής.

Πολλοί το είπαν ουτοπικό, κάποιοι άλλοι θεώρησαν πως ήταν μια επίδειξη ή μια συνειδησιακή εισβολή στα μυαλά του κόσμου. Μπορεί να ήταν όλα αυτά ή και τίποτα από αυτά. Το σίγουρο ήταν πως πρόκειται για την μεγαλύτερη ροκ συναυλία όλων των εποχών, που συγκέντρωσε σχεδόν όλα τα μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής και πέτυχε κάτι. Τι; Συγκέντρωσε την παγκόσμια προσοχή. Γιατί το Live Aid, το παρακολούθησαν 1,5 δισεκατομμύριο κόσμος, δηλαδή περίπου το 95% των τηλεθεατών του πλανήτη.

Το sold out έγινε πολύ σύντομα στην Μεγάλη Βρετανία ενώ στις ΗΠΑ αν και καθυστέρησε λίγο, το γήπεδο ήταν κατάμεστο. Πρώτοι στην σκηνή στο Wembley βγήκαν οι Status Quo τραγουδώντας το «Rockin’ all over the world». Ακολούθησαν πολλοί γνωστή καλλιτέχνες όπως ο Phil Collins, η Joan Baez, ο Elvis Costello, οι Black Sabbath, o Sting, οι Judas Priest, ο Bryan ferry και άλλοι. Την στιγμή που ο Bryan Adams έβγαινε στην σκηνή στην Φιλαδέλφεια, οι U2 τραγουδούσαν στο Λονδίνο το «Sunday Bloody Sunday».

Ακολούθησαν ακόμα περισσότεροι, όπως η Madonna, ο David Bowie, o Elton John, o Eric Clapton, οι Santana κ.α. με τον Paul McCartney, τον David Bowie, τον Pete Townsend, την Allison Moyet και τον bob Geldof να κλείνουν την συναυλία στο Wembley, ενώ την αντίστοιχή στην Φιλαδέλφεια έκλεισαν οι Bob Dylan, Keith Richards και Ron Wood.

Η πιο αλησμόνητη πάντως εμφάνιση ήταν αυτή των Queen με τον frontman Freddie Mercury να έχει πάρει εντολή από τον γιατρό να μην καταπονήσει την φωνή του. Αλλά δεν γινόταν. Γιατί η επικοινωνία του με το κοινό ήταν τέτοια, που έγραψε μια από τις πιο ιστορικές στιγμές της μουσικής. Η συγκεκριμένη εμφάνιση ψηφίστηκε από 60 καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και άλλους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας, ως η καλύτερη ζωντανή εμφάνιση στην ιστορία της ροκ μουσικής.

 

Τo Band Aid Τrust, ο οργανισμός που ιδρύθηκε το Ιανουάριο του 1985, από τον Bob Geldof και υπάρχει μέχρι σήμερα, προσπαθεί να προσφέρει ανακούφιση στην πολύπαθη ήπειρο. Ο ίδιος ο Geldof είχε τότε πει πως το Live Aid δεν θα έπρεπε να ξαναπαιχτεί γιατί ήταν μια μοναδική στιγμή. Οι παραγωγοί της Αμερικής μάλιστα έσβησαν το υλικό! Ευτυχώς, το MTV, το είχε κρατήσει γιατί μετά από χρόνια ο Geldof είπε πως το Live Aid μπορεί να αποδειχθεί πιο δυνατό ως ανάμνηση. Και έχει δίκιο.

20 χρόνια μετά, μια παρόμοια συναυλία με τίτλο Live 8 στις χώρες του G8 και στην Νότια Αφρική (Λονδίνο, Παρίσι, Βερολίνο, Ρώμη, Φιλαδέλφεια, Οντάριο, Τσίμπα, Μόσχα, Κορνουάλη, Εδιμβούργο, Γιοχάνεσμπούργκ), με συμμετοχή μεγάλων ονομάτων, έγινε στα πρότυπα του Live Aid. Εκείνη η συναυλία, του 1985, άλλαξε τον τρόπο οργάνωσης των μουσικών δρώμενων και έδωσε στην μουσική ένα επιπλέον νόημα. Γιατί οι άνθρωποι ενώθηκαν μέσω της μουσικής για πρώτη φορά μετά από χρόνια, για ένα ανώτερο σκοπό. Να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους που ταλαιπωρούνταν πολύ περισσότερο από τους ίδιους. Και έτσι κι έγινε…

Music Stories

Music for the Jilted Generation: H απάντηση στη διαφθορά της rave σκηνής στη Μεγάλη Βρετανία!

July 8, 2019
Post Image

Το Music for the Jilted Generation είναι ο δεύτερος δίσκος των Prodigy. Κυκλοφόρησε από την δισκογραφική εταιρία XL Recordings τον Ιούλιο του 1994. Επανακυκλοφόρησε το 2008, με τον τίτλο More Music for the Jilted Generation, περιλαμβάνοντας remastered και bonus τραγούδια. Όπως και στον προηγούμενο δίσκο τους Experience ο μόνος από τα μέλη του γκρουπ που συμμετέχει στο άλμπουμ, πέρα από τον Liam Howlett είναι ο Maxim Reality.Το συγκεκριμένο άλμπουμ, ήταν σε ένα μεγάλο βαθμό μια απάντηση στη διαφθορά της RAVE σκηνής στη Μεγάλη Βρετανία αλλά επίσης απάντηση στο Νόμο Ποινικής Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης του 1994. Ο νόμος αυτός ποινικοποίησε τη rave μουσική και μέρη της rave κουλτούρας. Ως απάντηση σε αυτό, το τραγούδι “Their law” ξεκινούσε με λόγια ως εισαγωγή, ενώ συνέχιζε με τον υβριστικό στίχο “Fuck ’em and their law”. Πολλά χρόνια αργότερα, αφού η διαμάχη τελείωσε, ο Liam Howlett κορόιδεψε τον τίτλο του άλμπουμ, τον οποίο αποκάλεσε χαζo και ισχυρίστηκε ότι το άλμπουμ ποτέ δεν είχε πολιτική τοποθέτηση αρχικά.

Πολλά από τα samples που χρησιμοποιήθηκαν για τον δίσκο είναι ηχητικά κλιπ εμπνευσμένα, ή και παρμένα, από ταινίες. Το κομμάτι “Intro” έχει ένα sample που μοιάζει να ανήκει στην ταινία The Lawnmower Man (1992). Το “Their law” έχει sample του τραγουδιού Smokey and the Bandit, soundtrack της ομώνυμης ταινίας (1977). Το “Full throttle” έχει ένα ανεστραμμένο sample από την ταινία Star Wars (1977). Το “The heat (The energy)” έχει sample από την ταινία Poltergeist III. Ο στίχος του “No good”, είναι παρμένος από το τραγούδι του 1987, “No good”, της Kelly Charles. Στο “Claustrophobic sting”, μια φωνή ψιθυρίζει “My mind is glowing”, λόγια παρόμοια με αυτά του HAL 9000 “My mind is going”, από την ταινία 2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος (1968). Το “The narcotic suite”, περιλαμβάνει μέρη με φλάουτο τα οποία παίζει ο Phil Bent. Αρχικά, ο Liam Howlett πρότεινε στον Ian Anderson των Jethro Tull να παίξει, ή να του δώσει την άδεια να χρησιμοποιήσει sample φλάουτου ενός κομματιού του. Αυτό δεν συνέβη, γιατί σύμφωνα με τον Ian, το γράμμα έφτασε στα χέρια του μετά την κυκλοφορία του δίσκου..

Music Stories

Syd Barrett: ‘Οταν το τρελό διαμάντι των Pink Floyd έπαψε να λάμπει

July 7, 2019
Post Image

1965. Ένας γοητευτικός και ταλαντούχος νέος της καλών τεχνών γνωρίζει έναν σπουδαστή Αρχιτεκτονικής, τον Roger Waters. H αγάπη τους για την μουσική δημιουργεί την ιδέα για ένα συγκρότημα. Μαζί με τους έτερους αρχιτέκτονες και φίλους του Roger, τους Nick Mason στα ντραμς και Richard Wright στα πλήκτρα, οι τρεις τους είχαν ήδη κάνει κάποια δειλά βήματα και αυτοσχεδίαζαν χωρίς όμως να γεννηθεί τίποτα ιδιαίτερο. Ο μυστήριος και πνευματώδης κιθαρίστας και τραγουδιστής, εισχωρεί στην παρέα τους και δημιουργείται το συγκρότημα. Από την πρώτη στιγμή με φυσικό τρόπο αναλαμβάνει την θέση του ηγέτη της μπάντας καθώς έγινε αμέσως ευδιάκριτο το μουσικό του χάρισμα στη σύνθεση, που δεν είχαν οι άλλοι τρεις. Η στιγμή που όρισε την ανάληψη των ηνίων ήταν όταν ονόμασε το συγκρότημα. Εμπνευσμένος από δύο αγαπημένους του Αμερικάνους μουσικούς της μπλουζ, τους Pinkey Anderson & Floyd Council…

Ο νεαρός ζωγράφος παίρνει από το χέρι τους τρεις αρχιτέκτονες δείχνοντας τους τον δρόμο προς το… δημιουργικό σχέδιο. Βάζοντας στο μείγμα τις επιρροές του από την surf rock, την jazz και την ψυχεδελική rock που τότε ήταν το πιο πρόσφατο και καυτό trend. Το όραμα του Syd Barrett για εκτεταμένα ορχηστρικά παιξίματα, μεταξύ των διασκευών που παίζανε, εξελίχθηκε σε έναν ψυχεδελικό ήχο, επηρεασμένο στη δομή του από την φιλοσοφία της jazz που τους καθιέρωσε ως το πρώτο όνομα στο φημισμένο ‘’UFO Club’’ του Λονδίνου και της underground ψυχεδελικής σκηνής. Aυτό που ως φυσική εξέλιξη είχε μείνει, ήταν η σύνθεση και ηχογράφηση δικών τους κομματιών…

ΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΞΕΚΙΝΑ

“Arnold Layne” ονομαζόταν το πρώτο single, αλλά και ο τολμηρός cross-dresser -εν δυνάμει τραβεστί- το 1967(!!!) παρακαλώ, που έκλεβε εσώρουχα από μπαλκόνια και πρωταγωνιστούσε στην πρώτη του συνθετική στιγμή δόξας. Καθώς κανένα από τα υπόλοιπα μέλη δεν είχε εξελίξει ακόμα συνθετικές ικανότητες…
«Λάτρευα την δουλειά του υπήρξε έμπνευση για την στιχουργικότητα μου, ο Syd είχε μια φύση που ήταν αλλού και αυτό με ιντρίγκαρε πολύ».
David Bowie 
Μετά από ένα trip χάριν στο LSD, ο Barret ισχυρίζεται πως είδε ένα κορίτσι να παίζει ανέμελα στην εξοχή, αυτή ήταν η Emily που μεταφέρθηκε στο δεύτερο σινγκλ της μπάντας και την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία “See Emily Play”. Ένα τρίλεπτο αριστούργημα με pop δομή και ευχάριστη μελωδία που κατάφερε να χωρέσει τα πρώτα ψυχεδελικά στοιχεία, τα οποία μετέπειτα όρισαν το πρώτο δίσκο τους. Για την slide τεχνική στην κιθάρα που παρήγαγε αυτόν τον ήχο σαν κλάμα γλάρου στο σόλο, ο Barrett χρησιμοποίησε αναπτήρα zippo, ιδιοφυές το λιγότερο. Το κομμάτι αυτό φανέρωσε τα στίγματα που οδήγησαν στο…
TO ΙΕΡΟ ΔΙΣΚΟΠΟΤΗΡΟ ΤΗΣ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΗΣ ΡΟΚ

Αργότερα, στο 1967, στην πιο παραγωγική του περίοδο -παρέα με τα παραισθησιογόνα- δημιουργεί σχεδόν εξολοκλήρου τον πρώτο δίσκο των Pink Floyd, “Piper at the Gates of Dawn”. Ηχογραφήθηκε στα στούντιο του Abbey Road, στη διπλανή πόρτα ταυτόχρονα με τους Beatles, που ηχογραφούσαν το αριστούργημα τους ‘’Sgt Pepper’s Lonely Hearts Club Band’’. Με τον McCartney να ρίχνει κλεφτές ματιές…

Ο δίσκος δεν έχει την παραμικρή σύνδεση με τα μετέπειτα δημοφιλή έργα του συγκροτήματος. Αποτελεί ένα ψυχεδελικό ταξίδι συνθετικών υπερβάσεων που διαλύει και παραβαίνει εμφατικά τους κανόνες των συμβατικών συνθέσεων στην δημοφιλής μουσική. Μια διοπτρική ματιά στον υπέροχο σουρεαλιστικό πνευματικό κόσμο του Barrett, έναν κόσμο παιδικής αθωότητας και περιέργειας από όπου και αντλείται η προσωπικότητά του. Εμπνευσμένος από τις μεγάλες του συγγραφικές αγάπες Tolkien και αδέρφια Grimm, με διαγωγό της δημιουργικότητας του το LSD, πειραματίζεται με εξωγενή στοιχεία πέρα των οργάνων για ενίσχυση των ήχων και της ατμόσφαιρας. Προβαίνει σε άκρως πρωτοποριακές για την εποχή τεχνικές ηχογραφήσεις, με τον Roger Waters από δίπλα να… κρατάει σημειώσεις. Η πολυχρωμία του καλύπτει ένα ευρύ φάσμα μουσικών επιρροών, όπως jazz, surf rock, psychedelic, pop και φυσικά rock. Το μουσικό όραμα του Syd Barrett, που ιδανικά ακούγεται ολόκληρο, δημιουργεί την πλέον ξεχωριστή εμπειρία στον ανυποψίαστο ακροατή και σήμερα, 50 χρόνια μετά, το άκουσμα δεν έχει χάσει ούτε στάλα από την φρεσκάδα που είχε και τότε. Θεωρείται πλέον κειμήλιο της εποχής και ακρογωνιαίος λίθος της ψυχεδελικής rock.
«Πάμε να δούμε αυτό τον τύπο των Pink Floyd με την κιθάρα;»
Pete Townshend, κιθαρίστας των The Who, απευθυνόμενος στον Eric Clapton.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΘΥΜΑ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Κατά τη διάρκεια της περιοδείας που συνόδεψε την κυκλοφορία του δίσκου, η συμπεριφορά του Barrett άρχισε να αλλάζει και να γίνεται παράξενη. Ο εθισμός του στα ναρκωτικά είχε φτάσει στα όρια και οι συνέπειες από την υπερβολή του στην χρήση LSD ήταν καταστροφικές για την πνευματική του σταθερότητα. Το συγκρότημα δεν μπορούσε να τον αντέξει άλλο, κυρίως την ασυνέπειά του στις συναυλίες. Έτσι αποφάσισαν να επιστρατεύσουν έναν φίλο του Syd, τον David Gilmour, ως πέμπτο μέλος και δεύτερο κιθαρίστα, ώστε να καλύπτει εκείνον. Το 5μελές σχήμα και η ιδέα αυτή κράτησε ελάχιστα, ώσπου μια ημέρα πριν από επικείμενη συναυλία, τα μέλη της μπάντας απλώς αποφάσισαν να μην πάρουν τον Barret μαζί τους και μοιραία να τον αποπέμψουν εις το πυρ το εξώτερον. Οι λόγοι δεν ήταν μόνο η πνευματική κατάρρευση του Syd…

Η δισκογραφική εταιρεία υπό τoν μανδύα που λέγεται managers είχε περικυκλώσει το συγκρότημα με ασφυκτική πίεση για άλλο ένα σινγκλ-επιτυχία. Όπως είναι αντιληπτό, το βάρος έπεσε στον Syd. Όπως είχε πει «διάφοροι άρχισαν να με περιτριγυρίζουν μετά τον δίσκο» και δεν το άντεχε αυτό η πραγματικά ευαίσθητη και ευάλωτη προσωπικότητά του. Το ποιόν και ο χαρακτήρας του μπορεί να παρομοιαστεί και με τον ήρωα Peter Pan. Εκ φυσικού του ένας εξωστρεφής και χαρούμενος άνθρωπος, που ήθελε απλά «να χοροπηδάει πάνω κάτω με την κιθάρα του όλη μέρα», διακατεχόταν από μια άκρως γοητευτική για όλους όσους βρίσκονταν γύρω του παιδικότητα. Το γεγονός που τον επηρέασε περισσότερο στο να γίνει εσωστρεφής, παράξενος και μέρα με τη μέρα πιο εθισμένος στα ναρκωτικά, ήταν η πίεση.

Από τα underground κλαμπ του Λονδίνου βρέθηκε στην μέση ενός στημένου πανηγυριού από την αδηφάγα μουσική βιομηχανία που ήθελε να τον κάνει ποπ σταρ και εμπορικό προϊόν κερδοσκοπίας. Ο ρομαντικός Syd δεν μπορούσε να διαχειριστεί την πιεστική ανάσα στο σβέρκο του, δεν τον ένοιαζε και δεν κατανοούσε την έννοια celebrity. Ναι μεν υπήρξε από τα πρώτα θύματα των παραισθησιογόνων μαζί με τους Brian Wilson και Brian Jones στη μουσική, όμως από την άλλη, πολλά χρόνια πριν τον Kurt Cobain, ο «Πίτερ Παν» της ροκ μουσικής ήταν το πρώτο θύμα του ψυχολογικού βιασμού και πολέμου που δέχονται οι μουσικοί από την βιομηχανία του θεάματος. Η ίδια βιομηχανία που παρακαλάει για νέα ταλέντα, στέρησε από τον χώρο της το πιο λαμπρό διαμάντι της εποχής…

Ήταν Ιούνιος του 1975, όταν τα μέλη των Pink Floyd βρίσκονταν στα ιστορικά στούντιο ‘’Abbey Road’’ για τις ηχογραφήσεις του album “Wish You Were Here”. Για εκείνον το δίσκο, το πέπλο της πίεσης ήταν βαρύτερο από ποτέ, καθώς η τελευταία τους δουλειά το ‘’Dark Side Of The Moon’’ ξεπέρασε τα πιο τρέλα τους όνειρα με τέτοια επιτυχία που τους μετέτρεψε εν μία νυκτί σε παγκόσμιους rock stars. Έτσι λοιπόν, για να παραμείνουν τέτοιοι και να ικανοποιήσουν και τις δικές τους φιλοδοξίες, έπρεπε να δημιουργήσουν κάτι ανάλογο, αν όχι σπουδαιότερο.

Ο πλέον στιχουργικός ηγέτης της μπάντας Roger Waters όπως και στους υπόλοιπους δίσκους παίρνει τα εύσημα για την θεματική ιδέα και στόχευση του δίσκου. Εδώ αποφασίζει η κεντρική ιδέα του άλμπουμ να είναι γύρω από την ‘’απώλεια’’ με πινελιές τα ‘’Have a Cigar’’ και ‘’Welcome to The Machine’’, που εκφράζουν δριμύ κατηγορώ στη μουσική βιομηχανία και την καταπίεση που ασκεί στους μουσικούς. Αμφότερα τα θεματικά επίκεντρα εστιάζουν στην απομόνωση και στην εσωτερική διαφυγή και βασίζονται στον ξεπεσμένο ηγέτη τους Syd Barrett, ένα από τα πρώτα θύματα των παραισθησιογόνων στη μουσική, τον οποίο είχαν αποπέμψει λίγα χρόνια νωρίτερα. Μια προσπάθεια εξιλέωσης για τις ενοχές που, όπως δηλώνει ο drummer Nick Mason, ένιωθαν εξαιτίας της απότομης αποκοπής του Syd από την μπάντα. Είχαν να τον δουν 7 ολόκληρα χρόνια.

Την 5η μέρα του Ιουνίου το συγκρότημα βρίσκεται σε διαδικασία ηχογράφησης και μίξης του επικού “Shine Οn Υou Crazy Diamond”, όταν ένας άγνωστος επισκέπτης κάνει την εμφάνιση του στα άδυτα του Abbey Road και αρχίζει να περιπλανιέται στο στούντιο. Ψηλός με αρκετά περιττά κιλά, δίχως μαλλιά και με ξυρισμένα φρύδια, κρατούσε μια πλαστική σακούλα… Tο κενό του ανέκφραστο βλέμμα γέμισε με απορίες τα μέλη της μπάντας. Κανένας τους δεν ρώτησε ποιος ήταν αυτός ο τύπος και τι έκανε μέσα στο στούντιο, θεώρησαν πως ήταν απλώς ένας τεχνικός. Ο Richard Wright αγνόησε την παρουσία του, πιστεύοντας πως απλά είναι κάποιος γνωστός του Waters. Μετά από 45 ολόκληρα λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων κανένας να είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία, ο περίεργος άγνωστος πλησίασε το booth μίξης και με μια οδοντόβουρτσα στα χέρια προσπαθούσε να βουρτσίσει τα δόντια του, κρατώντας την σταθερή όσο χοροπήδαγε στεκούμενος. Ο David Gilmour γυρίζει και απευθύνεται στον Nick Mason και τον ρωτάει:

«Τον αναγνωρίζεις;»
Ο Mason κουνάει το κεφάλι αρνητικά και απλά ανασηκώνει τους ώμους του αμήχανα προτού ο Gilmour λύσει την απορία όλων:
«Αυτός είναι, είναι ο Syd»

Tην ίδια στιγμή, ο Richard Wright ξαναμπαίνει στο στούντιο και αντικρίζει τους Waters και Gilmour σε κατάσταση σοκ, πνιγμένους στα δάκρυά τους, μην μπορώντας να τα συγκρατήσουν μπροστά στην θεά της παρακμής και της αγνώριστης εικόνας του πάλαι ποτέ χαρισματικού ηγέτη και παιδικού φίλου τους.
Δεν είχε μείνει τίποτα από εκείνον τον ταλαντούχο και γοητευτικό νέο που το ψυχεδελικό του όραμα λειτούργησε σαν ο σπινθήρας που εκτόξευσε την μπάντα σε τροχιά επιτυχίας δίχως γυρισμό. Τίποτα σχεδόν, παρά ένα κενό χαοτικό βλέμμα από εκείνον τον σπουδαστή Καλών Τεχνών που ηγήθηκε τριών αρχιτεκτόνων, εκείνον τον τρελό ζωγράφο που έδειξε στους ορθολογικούς γραμμικούς σχεδιαστές πώς να είναι πάντα παιδιά, πώς να δημιουργούν, πώς να ζουν, όντας και μάλιστα ο πιο μικρός. Το μόνο που απέμεινε από τον πάλαι ποτέ χαρούμενο συνθέτη, κιθαρίστα, τραγουδιστή και ζωγράφο, ήταν οι αναμνήσεις και το μεγαλύτερο γιατί και το πιο βασανιστικό ”αν” στην ιστορία της rock μουσικής…

Την ίδια ημέρα, μετά τις ηχογραφήσεις, θα λάμβανε χώρα η τελετή γάμου του David Gilmour, ο Syd παραβρέθηκε διακριτικά. Όμως, χωρίς να το αντιληφθεί κανένας, αποχώρησε πριν την ολοκλήρωση του μυστηρίου. Ήταν η τελευταία φορά που τον αντίκρισαν οι Pink Floyd μέχρι και τον θάνατό του, το 2006.

Ο Nick Mason, λίγα χρόνια μετά το συμβάν, δηλώνει πως: «Όταν σκέφτομαι το περιστατικό, μπορώ ακόμα να δω τα μάτια του, αλλά όλα τα υπόλοιπα ήταν διαφορετικά». O πιανίστας Wright, όντας φίλος, αλλά και μεγάλος θαυμαστής του Barrett, παραδέχεται πως ξέσπασε και εκείνος σε λυγμούς ιδίως στη σκέψη της απίστευτης σύμπτωσης να κάνει την εμφάνιση του απροειδοποίητα, 7 χρόνια μετά, κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου κομματιού. Το “Shine On You Crazy Diamond” είναι μια ωδή στο πνεύμα και την προσωπικότητά του και είναι αποκλειστικά αφιερωμένο στον Syd, σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα λυρισμού που έπιασε ποτέ ο Roger Waters

Music Stories

Το χαμένο τραγούδι του Freddie Mercury!

June 21, 2019
Post Image

Το «Time Waits For No One» ήταν αρχικά μέρος του soundtrack για το μιούζικαλ «Time», που είχε ανέβει στο West End το 1986. Στην έκδοση που είχε κυκλοφορήσει τότε, τον σταρ των Queen συνόδευαν φωνητικά. Ωστόσο ήρθε στην επιφάνεια μια πρώιμη πρόβα με πιάνο για το τραγούδι, με διαφορετικά φωνητικά αυτή τη φορά, το οποίο κυκλοφόρησε στις 20/6/2019.

Το τραγούδι έγραψε ο Ντέιβ Κλαρκ, από το συγκρότημα Dave Clark Five της δεκαετίας του ’60, που ένιωσε πως το ντέμο είχε μια ποιότητα, η οποία έλειπε από την τελική εκδοχή. «Όταν το ηχογραφήσαμε για πρώτη φορά, πήγα στο Abbey Road και το προβάραμε απλώς με τον Φρέντι Μέρκιουρι και ένα πιάνο. Ανατρίχιασα, ήταν μαγικό. Μετά αρχίσαμε να ηχογραφούμε το κομμάτι και προσθέσαμε 18 tracks από φωνητικά, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ποτέ στο Abbey Road. Ήταν φανταστικό αλλά εγώ ένιωθα ακόμη πως υπήρχε κάτι στην αρχική πρόβα», εξήγησε ο ίδιος.

Μετά από μια δεκαετία αναζήτησης, ο Ντέιβ Κλαρκ βρήκε τελικά το συγκεκριμένο ντέμο το 2017. Αφού απομόνωσε την φωνή του Φρέντι Μέρκιουρι, το πήγε στον Μάικ Μόραν για να ηχογραφήσει ένα νέο κομμάτι με πιάνο. «Ανατρίχιασαν όπως την πρώτη φορά που το άκουσα», σχολίασε ο Ντέιβ Κλαρκ. Ο Ντέιβ Κλαρκ με τον Φρέντι Μέρκιουρι γνωρίστηκαν στα παρασκήνια μιας συναυλίας των Queen στο Hyde Park του Λονδίνου το 1976 και παρέμειναν στενοί φίλοι μέχρι τον θάνατο του τραγουδιστή το 1991. Ο Κλαρκ ήταν μόνος του στο υπνοδωμάτιο με τον Φρέντι όταν έφυγε ξαφνικά από τη ζωή. «Ο γιατρός ήταν εκεί πριν από μισή ώρα και είχε πει πως έχει μερικές ημέρες ακόμη, οπότε δεν περιμέναμε να πεθάνει τόσο γρήγορα», είπε ο Κλαρκ σε συνέντευξή του στη Daily Mail το 2011. «Ο Φρέντι είχε δοκιμάσει τα πάντα. Του έφερναν αεροπορικώς νέα φάρμακα από την Αμερική. Είχε πει πως η επόμενη γενιά θα ήταν εκείνη που θα νικούσε το AIDS. Το θλιβερό είναι πως αν όλο αυτό γινόταν 12 μήνες αργότερα, μπορεί να ήταν καλά με τον συνδυασμό των τότε νέων φαρμάκων», σημείωσε.

Music Stories

Φόρος τιμής στη μνήμη του βασιλιά της pop, δια χειρός Τάκη Νιάρου

June 19, 2019
Post Image

Στις 25 Ιουνίου του 2009 έφυγε απο τη ζωή, ο άνθρωπος που η παγκόσμια βιομηχανία μουσικής χρωστάει τα άπειρα, από το ξεκίνημα του μέχρι το άδικο τέλος του.

Στα 50 του ανακοίνωσε ότι επιστρέφει για μια τελευταία περιοδεία και στις πρώτες κιόλας δύο ώρες εξαντλήθηκαν όλα τα εισιτήρια για όλες τις συναυλίες που είχαν αναρτηθεί, δίνοντάς του ακόμα και την ύστατη στιγμή μια ακόμα θέση στα ρεκόρ Guinness, εκτός των άλλων που ήδη κατείχε. Λίγες εβδομάδες, λοιπόν, πριν καν ξεκινήσει την περιοδεία του, απλά πέθανε. Οι φυλακές κέρδισαν έναν ακόμα κρατούμενο, τον γιατρό του, και ο κόσμος έχασε έναν τεράστιο καλλιτέχνη.Toν καλλιτέχνη της χιλιετίας όπως το MTV τον βράβευσε.

Φυσικό ταλέντο από τα 5 του κιόλας χρόνια, όνομα άμεσα συνυφασμένο με το «sold out» και τα «ρεκόρ guinness». Το χρυσό παιδί της Motοwn Records, το χρυσό παιδί του MTV. Όταν είσαι συνέχεια στην κορυφή, με τόσες πωλήσεις δίσκων, τόσα στάδια γεμάτα και τόσο φανατικό κοινό, μόνο και μόνο επειδή απλά τραγουδάς και χορεύεις, ο κίτρινος τύπος τρίβει τα χέρια του. Ένα σκάνδαλο με celebrities πουλάει όσο πουλάνε οι γυμνές φώτο της Kadarshian στο instagram. Γιατί το κράξιμο και το θάψιμο πάντα θα πουλάνε. . Τα δημοσιεύματα που υπήρχαν ανέκαθεν εναντίον του, ήταν τερατώδη όσο και η καριέρα του. Ακόμη και το ‘Leaving Neverland’ απο το κανάλι ΗΒΟ περί παιδεραστίας και άλλες τέτοιες αιώνιες ανακρίβιες.

Αν συνυπολογίσουμε ότι αφότου πέθανε διπλασιάστηκε η περιουσία του,θα «πουλάει» πάντα να μιλάνε γι’ αυτόν, ακόμα και εναντίον του, και τώρα ή σε 50 χρόνια από τώρα.
Στην εποχή που ζούμε, είναι πλέον τόσο εύκολο με τις δυνατότητες που σου παρέχει η τεχνολογία και η αμάστητη πληροφορία που δίνουν απλόχερα τα fake news, να «φτιάξεις» στοιχεία για έναν καλλιτέχνη που δε ζει καν ούτως ώστε να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του για πολλοστή φορά και ξέρεις ότι θα πουλήσει 100%.

Έναν καλλιτέχνη με χαμένη παιδική ηλικία, που έχει δεχθεί σωματική βία και χλευασμό για τη μύτη του, από τον ίδιο του τον πατέρα στην πιο τρυφερή ηλικία. Με μόνιμη ασχολία από τα 8 του οι παγκόσμιες περιοδείες, αντί να παίζει με τους συνομήλικους φίλους του και να πηγαίνει σχολείο. Εννιά αδέρφια, όλα στην ίδια μουσική οικογένεια και ξεχώρισε μόνο ένα. Όλα λοιπόν, έχουν ένα τίμημα. Γι’ αυτό και ήδη στα 20 του χρόνια τον ήξερε όλος ο πλανήτης χωρίς να έχει εφεύρει τον τροχό ή το τηλέφωνο. Απλά τραγουδούσε και χόρευε και όλο αυτό του έβγαινε αβίαστα και φυσικά, χωρίς καμία προσπάθεια. Η πρωτοπορία ήταν επίσης μια λέξη άμεσα συνυφασμένη με αυτόν τον άνθρωπο. Δεν επαναπαύθηκε ποτέ στις δάφνες του, δε βολεύτηκε ποτέ στις πωλήσεις του, δεν έκανε ποτέ κάτι μέτριο. Η εμφάνισή του έπρεπε να είναι τόσο άψογη, όσο και τα τραγούδια του, τα βιντεοκλίπ του, τα εξώφυλλα των δίσκων του και ο ηλεκτρισμός που υπήρχε στις συναυλίες του.

Η μουσική βιομηχανία του πλανήτη από τα 50’s έως τα τέλη των 80’s κυρίως, δημιούργησε τέρατα μουσικής όπως τους Frank Sinatra, Ray Charles, Elvis Presley, John Lennon, James Brown, Marvin Gaye, Stevie Wonder, Pink Floyd, David Bowie, Rolling Stones, U2 και άλλους τόσους που αν τους γράψω όλους θα ξεφύγω από το θέμα, όμως για κάποιο μαγικό λόγο δεν τον ξεπέρασε κανείς, όχι σε «ποιότητα μουσικής» απαραίτητα, για να μη λέμε και ό,τι θέλουμε, μα σε σύνολο προσφοράς καλλιτεχνικού όγκου. Όλοι οι παραπάνω καλλιτέχνες είχαν ένα-δυο-τρία πράγματα δυνατά ως προς αυτό που εκπροσωπούσαν και είχαν και «στοχοποιημένο» κοινό οι περισσότεροι, δεν επένδυσαν όμως όλοι αυτοί σε όλα, όπως, σε καινοτόμα βιντεοκλίπ, που στην ουσία ήταν υπερπαραγωγές, ταινίες μικρού μήκους, σε θηριώδεις συναυλίες με ήχο, εικόνα, φώτα και show που ούτε σήμερα 30-40 χρόνια μετά, δεν μπορούν να υποστηριχθούν από καμία εταιρία ή σκηνοθέτη. Δημιούργησε δικές του χορευτικές κινήσεις που έμειναν για πάντα στην ιστορία και όταν βλέπεις κάποιον να τις μιμείται απλά καταλαβαίνεις απευθείας ποιον παριστάνει..

Όλα τα του τραγούδια μιλούσαν πάντα για ειρήνη, αγάπη, ομορφιά και έναν κόσμο ενωμένο, χωρίς πόνο, δυστυχία, φτώχεια και κακία. Δώρισε δισεκατομμύρια δολάρια σε φιλανθρωπίες για μικρά παιδιά, σε πανεπιστήμια μαύρων και όχι μόνο, αλλά έκανε και ο ίδιος το δικό του φιλανθρωπικό ίδρυμα, αυτά όμως δεν τα γράφουν οι δημοσιογράφοι γιατί το «καλό» δεν πουλάει, όσο η στημένη ίντριγκα. Ενέπνευσε κάποιες χιλιάδες καλλιτέχνες παγκοσμίως για να ξεκινήσουν να τραγουδούν ή για να γίνουν καλοί χορευτές. Είναι ανυπολόγιστο σε πόσο κόσμο τραγούδησε συνολικά σε όλη του την καριέρα ή πόσους φαν έχει σε κάθε γωνιά της γης.

Κι ας προσγειωθούμε λοιπόν λίγο τώρα από το glitter για να δούμε και το παρασκήνιο. Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε όλη αυτή τη δόξα κάθε νύχτα που τελείωνε μια συναυλία του με 100.000 κόσμο εκ των οποίων οι 10.000 λιποθυμούσαν μπροστά του μόνο και μόνο επειδή τον έβλεπαν; Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε ψυχολογικά όταν προσπάθησε να ζήσει στα 30 του τη χαμένη παιδική του ηλικία φτιάχνοντας ένα λούνα παρκ στο σπίτι του, έχοντας απωθημένα, όπως όλοι μας; Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε όταν δε μπόρεσε ποτέ στη ζωή του να περπατήσει χωρίς να έχει έναν στρατό δίπλα του, άπλα για να κάνει μια βόλτα σε ένα πάρκο; Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε το να κλαίνε εκατομμύρια γυναίκες ενώ αυτός ήταν τόσο δυστυχισμένος μέσα του, ψάχνοντας μόνιμα τη σεξουαλική του ταυτότητα και να μην μπορεί κανείς να τον δει αντικειμενικά ως άντρα; Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε μέσα του, όταν το 1993 βρέθηκε ο πρώτος πατέρας παιδιού που πήγαινε στο ράντσο του και έκανε πλύση εγκεφάλου στο παιδί του να πει ψέματα ότι το κακοποίησε προκειμένου ο πατέρας αυτός να κάνει «ανάσταση» με τα 22 εκατομμύρια που του απέσπασε;(το οποίο παιδί μεγαλώνοντας αποκάλυψε πως είχε πει ψέμματα). Και λέω ο πρώτος γιατί μετά έγινε σύστημα και αυτή ήταν η αρχή για να του κολλήσει η αιώνια ρετσινιά του παιδεραστή. Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε μέσα του, όταν είχε την πασίγνωστη ασθένεια «λεύκη» και επειδή έμοιαζε με σχολικό γεωφυσικό χάρτη, έκανε επέμβαση με αποτέλεσμα να γίνει όντως λευκός από μαύρος για λόγους αισθητικής; Αλλά φυσικά, και εκεί βρήκε πάλι πάτημα ο κίτρινος τύπος να πει πως αρνήθηκε τη φυλή του. Αν λοιπόν είσαι μαύρος και έχεις λεύκη, έχεις τα χάλια σου, πόσο μάλλον να είσαι ο συγκεκριμένος μαύρος και να είναι όλες οι κάμερες των media του πλανήτη πάνω σου για 5 δεκαετίες σερί. Άλλωστε, με τον μαύρο που απαρνείται τη φυλή του δε νομίζω να συνεργάζονται μετά μαζί του όλοι οι διάσημοι μαύροι του πλανήτη, κάθε είδους ιδιότητας. Γιατί οι μαύροι στην εξέλιξη του ”κακού” δυτικού πολιτισμού, βίωσαν από λευκούς πράγματα που ούτε στον εχθρό μας  εμεις οι «λευκοί». Ποιος τον ρώτησε με ποιον τρόπο ισορρόπησε μέσα του όταν όλοι ξαφνικά ήταν εναντίον του για την εκκεντρικότητά του και για αυτά που έγραφαν οι «φυλλάδες», ενώ ταυτόχρονα εκτός από σταρ παρέμενε ένας απλός άνθρωπος με τις ίδιες ανάγκες που έχω εγώ και εσύ;

Τις ξέρω τις αντιδράσεις απο αναγνώστες ενός τέτοιου άρθρου πριν καν ξεκινήσω να γράφω, μα δεν πρόκειται να μπω σε διαδικασία περαιτέρω ανάλυσης ή υπεράσπισης, ούτε δικηγόρος είμαι, ούτε αδερφός του. Τον παρακολούθώ απο το 1987 σε όλα του τα στάδια, σε όλες του τις φάσεις, καλές και κακές, μελέτησα τη ζωή του, το παρασκήνιο, τις συνεντεύξεις του, τις κινήσεις του, το μυαλό του, την ευφυΐα του,τη μουσική του, τους μουσικούς του, την ακμή και την παρακμή του και αργότερα σχημάτισα την άποψή μου. Το να διαβάζω τόσα χρόνια μετά από το θάνατό του, σχόλια του τύπου «τον πήρε ο Θεός νωρίς για να μη βασανίσει κι άλλα παιδάκια», είναι τουλάχιστον αστείο αν όχι γραφικό. Είναι το ίδιο αστείο με το να περιμένει κάποιος τη Δευτέρα Παρουσία σύμφωνα με την παιδική πλύση εγκεφάλου από τη γιαγιά, «πίστευε και μη ερεύνα» και ότι στην Παναγία εκσπερμάτωσε ο κρίνος η οποία Παναγία γέννησε ένα παιδί που περπατούσε πάνω στο νερό και διπλασίαζε τα ψάρια. Κι όποιος απορήσει γιατί μπερδεύω την φούσκα της θρησκείας που μας φύτεψαν, υπενθυμίζω πως οι μεγαλύτεροι, αληθινοί παιδεραστές υπήρξαν οι «εκπρόσωποι» του Θεού , αλλά ναι, ξέρω, εκεί τα κουκουλώνουμε. Όμως, μεγαλώσαμε, διαβάσαμε, ακούσαμε, προβληματιστήκαμε, βιώσαμε, κρίναμε και πλέον είναι δύσκολο να μασήσουμε πως προσπαθεί με κάθε μέσο ο οποιοσδήποτε να μας πείσει πως είναι έτσι.

Οι εν ζωή παιδεραστές είναι στη φυλακή, κι αν δεν είναι θα πάνε, κι αν δεν πάνε, κρίμα.Οι εν ζωή παιδεραστές δεν αφιερώνουν τη ζωή τους στα παιδιά. Οι εν ζωή, έστω, celebrity παιδεραστές δεν εκμεταλλεύονται τη φήμη τους για να δώσουν εκατομμύρια για φτωχά και δυστυχισμένα παιδιά.
Απλά μας γοητεύει η ρετσινιά που βγαίνει για κάποιον, όποιος κι αν είναι, μας αρέσει η ίντριγκα, πεθαίνουμε για παραπληροφόρηση και κράξιμο, είναι όλη μας η τροφή. Έγιναν δεκάδες δίκες πριν πεθάνει και αθωώθηκε πανηγυρικά σε όλες, Γιατί στην Αμερική, ακόμα κι αυτός θα πήγαινε φυλακή αν όντως είχε φερθεί έτσι και σε κάποιες πολιτείες ίσως και σε εκτελεστικό απόσπασμα. Και ρωτάω, λοιπόν, ποιος σωστός πατέρας θα δεχόταν απλά ένα χρηματικό ποσό σαν ηθική βλάβη αν όντως του είχαν κακοποιήσει το παιδί του με το παιδεραστή να συνεχίζει κανονικά τη ζωή του;

Κάποτε είχαμε μόνο τις τηλεοπτικές ειδήσεις και τις εφημερίδες για να εξαπλώσουμε και να γιγαντώσουμε κάτι, απλά ήθελε το χρόνο του. Με το ίντερνετ ως προέκταση του χεριού μας πλέον, μπορούμε πολύ εύκολα σε μια και μόνο ημέρα, αν η είδηση είναι «πιασάρικη» και αναφέρεται σε δημόσιο πρόσωπο να την καταπιούμε αυτόματα. Πρόκειται για το γνωστό φαινόμενο «ε, αφού το λένε όλοι, έτσι θα είναι». Τόσα χρόνια πεθαμένος και ασχολείται ακόμα μαζί του όλος ο κόσμος, έστω και για τον λάθος λόγο.

Κάποιος, κάποτε, είπε πως δεν υπάρχει αρνητική διαφήμιση. Υπάρχει απλά, διαφήμιση.

Στη μνήμη του βασιλιά της pop Michael Jackson.

Τάκης Νιάρος

Music Stories

Η ιστορία του Nintendo Game Boy

May 7, 2019
Post Image

 Στις 21 Απριλίου του 1989, μπαίνει σε κυκλοφορία, αρχικά από την ιαπωνική αγορά, η πιο επιτυχημένη φορητή παιχνιδοκονσόλα όλων των εποχών. Το Nintendo Game Boy θα περάσει στις ΗΠΑ τον Ιούλιο του 1989 και τελικά στην Ευρώπη τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς και θα παραμείνει σε παραγωγή έως το 2003.

Η πολύ μεγάλη εμπειρία της Nintendo στις παιχνιδομηχανές χειρός ξεκινά από τις αρχές των 80′s με τη σειρά Game & Watch. Όταν παρουσιάζεται το Game Boy, η εταιρεία γνωρίζει ήδη πολύ καλά τη συνταγή της επιτυχίας: απλές λύσεις, μεγάλη λίστα παιχνιδιών και επιθετικό μάρκετινγκ. Έτσι λοιπόν, το Game Boy, χωρίς να διακρίνεται για την επαναστατικότητά του, καταφέρνει μέσα σε ελάχιστους μήνες από την κυκλοφορία του να κατακτήσει την αγορά. Αν και είναι μονόχρωμο και βασίζεται σε έναν «ταπεινό» 8μπιτο επεξεργαστή, θα πετύχει άμεσα, τόσο χάρη στο εξαιρετικό μάρκετινγκ της Ninteno, όσο -κυρίως- χάρη στα ήδη διαδεδομένα francise της. Μόνο με το πακέτο που περιλαμβάνει και το θρυλικό παιχνίδι Tetris, κατάφερε να πετύχει 35 εκατομμύρια πωλήσεις!

Στην εικοσάχρονη πορεία του, το Game Boy κυκλοφόρησε σε έξι βασικές εκδόσεις  ενώ χρώμα απέκτησε μόλις το 1998, δηλαδή εννέα ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία. Mόνο το αρχικό Game Boy υποστηρίχτηκε με περισσότερους από 800 τίτλους παιχνιδιών, ενώ το έγχρωμο GB Color στα τέσσερα χρόνια της κυκλοφορίας του υποδέχτηκε περισσότερα από 500 παιχνίδια.

Η αλήθεια είναι ότι το Game Boy δεν απειλήθηκε από κανέναν ανταγωνιστή, ούτε από το ανώτερων προδιαγραφών έγχρωμο Atari Lynx, ούτε και από το επίσης έγχρωμο Sega Game Gear. Αθροίζοντας όλες της τις εκδόσεις, η φορητή παιχνιδομηχανή της Nintendo έκανε 200 εκατ. πωλήσεις παγκοσμίως. Ακόμη και μόνη η αρχική έκδοση όμως, με 65 εκατ. κομμάτια, είχε τις 6πλάσιες πωλήσεις σε σχέση με την παιχνιδομηχανή της Sega και  100πλάσιες σε σχέση με εκείνη της Atari…

Music Stories

Παγκόσμια Ημέρα Δισκοπωλείων

April 12, 2019
Post Image

Η Παγκόσμια Ημέρα Δισκοπωλείων (Record Store Day) ξεκίνησε το 2007 από τη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ σαν μια μικρή επέτειος για τους ελάχιστους τότε συλλέκτες βινυλίων και σήμερα έχει εξελιχθεί σε παγκόσμια γιορτή, με τη συμμετοχή εκατοντάδων μουσικών, εταιρειών και δισκοπωλείων.

Έχουν γραφτεί δεκάδες επιχειρήματα υπέρ αλλά και κατά του βινυλίου, αλλά ένα από τα πιο σοβαρά ήταν αυτό που έγραψε πριν από πολλά χρόνια ο David Byrne, ότι ένας από τους λόγους που η μουσική έχασε την αξία της, είναι γιατί από την αλλαγή του format από βινύλιο σε CD αναγκάστηκαν οι καλλιτέχνες να γράφουν μεγαλύτερα σε διάρκεια αλλά και περισσότερα σε ποσότητα ώστε να γεμίσουν τη χωρητικότητα ενός CD 70’ όταν ένα βινύλιο 33 στροφών έφτανε μάξιμουμ στα 45’.

2

Πώς όμως φτάσαμε σε αυτή την… ολική επαναφορά του βινυλίου; Πώς βρεθήκαμε ξανά σε αποθήκες, δισκοθήκες και παζάρια να αναζητούμε χαμένους θησαυρούς της παγκόσμιας δισκογραφίας με jazz, soul και funk ήχο.Αρκετοί μίλησαν για «μόδα», που επέστρεψε και γρήγορα θα ξεχαστεί, όμως, μετά από 70 και πλέον χρόνια υπόστασης, τα βινύλια ήρθαν για να μείνουν. Έκαναν δυναμικό comeback το 2016 με 3.200.000 πωλήσεις παγκοσμίως, ο υψηλότερος αριθμός από το 1991, όταν οι Simply Red με το Stars είχαν κάνει τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της χρονιάς! Αντίστοιχοι αριθμοί και για το 2017, ενώ οι πωλήσεις τους για το 2018 καλά κρατούν.Οι ρομαντικοί μουσικόφιλοι θα μιλήσουν για το σχεδόν ερωτικό άγγιγμα της βελόνας πάνω στις στροφές, οι πιο ψύχραιμοι για το διπλό ενδιαφέρον των δίσκων: το ηχητικό περιεχόμενο σε συνδυασμό με τα φροντισμένα εξώφυλλα – κάποια από αυτά αποτελούν το δίχως άλλο έργο τέχνης. Και κάπως έτσι η ακρόαση της μουσικής μετατρέπεται σε τελετουργία.

Ο μεστός, λοιπόν ήχος του βινυλίου φαίνεται πως συγκινεί και τους νεότερους, που μπορεί μεν να ξεκινούν τη συλλογή λόγω μόδας, μα σταδιακά ανακαλύπουν τη μαγεία του αναλογικού ήχου μαζί με την αξία των ολοκληρωμένων οπτικά και εικαστικά άλμπουμ.Δεν είναι τυχαίο πώς οι εκδηλώσεις για το βινύλιο στη χώρα μας πολλαπλασιάζονται. Ο λόγος είναι πως οι δίσκοι βινυλίου είναι πάλι της μόδας, και οι νέοι μπαίνουν σε λίστα αναμονής για να αγοράσουν δίσκους βινυλίου, είναι γιατί έχουν καλύτερο ήχο και αισθητική.

31

Το βινύλιο μοιάζει σήμερα να είναι αυτό που αφήνει έντονα το αποτύπωμά μας στον χρόνο. Η επιλογή του εκτός από τη μεγάλη συναισθηματική αξία που έχει η αγορά του, και η χρησιμοποίησή του προϋποθέτει μια αρετή που σπανίζει: το μέτρο!
Ο Βρετανός ραδιοφωνικός παραγωγός Charlie Gillett, στο βιβλίο του The Sound of the City, γράφει ότι στη ζωή μας θα ακούσουμε χιλιάδες μουσικές και συγκροτήματα, όμως πάντοτε στο τέλος θα επιστρέφουμε σε όλα αυτά που αγαπήσαμε αλλά και δεθήκαμε μαζί τους στην εφηβεία μας. Η επιστροφή στο βινύλιο που συντελείται τα τελευταία χρόνια με όλο και πιο αυξανόμενους ρυθμούς είναι η επιβεβαίωση της σκέψης του Charlie Gillett.Ουσιαστικά μέσω των βινυλίων που αγοράζουμε τα τελευταία χρόνια επιστρέφουμε στις μουσικές αυτές που μεγαλώσαμε μαζί τους μέσα στην έξαρση και τη συναισθηματική φόρτιση της εφηβείας, στις μεγάλες μας χαρές και στις μεγάλες μας απογοητεύσεις…